Θυρεοειδική οφθαλμοπάθεια/εξόφθαλμος: Εκτός της φαρμακευτικής αγωγής με κορτικοειδή, ανοσοκατασταλτικά φάρμακα ή και ακτινοβολία σε ασθενείς με ενεργό νόσο, επί υφέσεως μπορεί να προταθεί χειρουργική αποκατάσταση της θυρεοειδικής οφθαλμοπάθειας. Αυτή συνίσταται σε αποσυμπίεση κόγχου με τις πλέον μοντέρνες τεχνικές μικρής τομής, χειρουργείο στραβισμού εάν ενδείκνυται, και πλαστική βλεφάρων προς διόρθωση οποιασδήποτε ανωμαλίας θέσης αυτών.
Όγκοι & φλεγμονές κόγχου: Πολλά νεοπλάσματα αλλά και φλεγμονές προσβάλλουν τον κόγχο και δημιουργούν σοβαρά προβλήματα στην όραση. Η αντιμετώπιση απαιτεί μεγάλη εμπειρία. Σε ορισμένες περιπτώσεις είναι αναγκαία η θεραπεία από εξειδικευμένη χειρουργική ομάδα που περιλαμβάνει, εκτός του χειρουργού κόγχου, ωτορινολαρυγγολόγο ή νευροχειρουργό.
Κατάγματα κόγχου: Εφαρμόζονται οι πλέον σύγχρονες τεχνικές χειρουργικής αποκατάστασης .
Ο οφθαλμικός κόγχος είναι μία περίπλοκή δομή ανατομικά, η οποία περιέχει τον βολβό, τους εξoφθάλμιους μυς, λίπος και αγγεία, νεύρα, αδένες και συνδετικό ιστό.
Οι όγκοι του οφθαλμικού κόγχου μπορεί να είναι καλοήθεις ή κακοήθεις και να εμφανίζονται πρωτογενώς στον οφθαλμικό κόγχο ή δευτερογενώς από παρακείμενες δομές, όπως τα βλέφαρα, τους παραρρίνιους κόλπους, ή τον ενδοκράνιο χώρο. Οι όγκοι του οφθαλμικού κόγχου μπορεί επίσης να είναι μεταστατικοί από απομακρυσμένες περιοχές
Μερικοί τύποι όγκων του οφθαλμικού κόγχου συνήθως προκαλούν πρόπτωση και παρεκτόπιση του βολβού με κατεύθυνση αντίθετη της θέσης του όγκου. Επίσης, μπορεί να υπάρχει πόνος, διπλωπία, και απώλεια όρασης. Η διάγνωση των όγκων του οφθαλμικού κόγχου βασίζεται στο ιστορικό, την κλινική εξέταση και τις νευροαπεικονιστικές μεθόδους (CT, MRI, ή και τα δύο), αλλά για την επιβεβαίωση της διάγνωσης συχνά απαιτείται βιοψία. Τα αίτια και η θεραπεία ποικίλουν ανάλογα με την ηλικία.
Παιδιά
Στους καλοήθεις παιδιατρικούς όγκους του οφθαλμικού κόγχου συγκαταλέγονται πιο συχνά οι δερμοειδείς όγκοι και αγγειακές βλάβες, όπως το τριχοειδικό αιμαγγείωμα και το λεμφαγγείωμα. Η θεραπεία των δερμοειδών όγκων είναι η εκτομή τους. Τα τριχοειδικά αιμαγγειώματα τείνουν να υπoστρέφονται αυτόματα και για αυτό τον λόγο συνήθως δεν απαιτούν και θεραπεία. Εντούτοις, σε περιπτώσεις που παρουσιάζονται στο άνω βλέφαρο, μπορούν να επηρεάσουν την όραση και χρειάζονται θεραπεία με τη συστηματική χορήγηση βήτα-αναστολέων. Μικρά λεμφαγγειώματα τα οποία δεν προκαλούν συμπτώματα μπορούν να παρακολουθούνται κλινικά. Για μεγαλύτερου μεγέθους λεμφαγγειώματα, ή στις περιπτώσεις που αυτά προκαλούν συμπτώματα, οι θεραπευτικές επιλογές περιλαμβάνουν χειρουργική εκτομή, ένεση σκληρυντικών ουσιών εντός του λεμφαγγειώματος.
Στους κακοήθεις παιδιατρικούς όγκους του οφθαλμικού κόγχου στα παιδιά συγκαταλέγονται πιο συχνά το ραβδομυοσάρκωμα και μεταστατικοί όγκοι οφειλόμενοι σε λευχαιμία ή νευροβλάστωμα. Στην περίπτωση που το ραβδομυοσάρκωμα είναι δυνατόν να εξαιρεθεί, αφαιρείται χειρουργικά, ακολουθούμενο από χημειοθεραπεία και ακτινοθεραπεία του κόγχου. Η λευχαιμία συνήθως θεραπεύεται με ακτινοθεραπεία του κόγχου, χημειοθεραπεία ή και τα δύο.